Γεννήθηκα στο Αγρίνιο το 1960. Τις νύχτες του καλοκαιριού, όταν
μικροί και μεγάλοι καθόμασταν έξω από τις πόρτες των σπιτών, για να
περάσει η ώρα, μου άρεσε να ακούω τις κουβέντες των μεγάλων, ιστορίες
από την κατοχή και των εμφύλιο. Της Αναστασίας Θεοδωρίδου
Έτσι έμαθα πρώτη φορά για τον πόλεμο, το φασισμό και το ναζισμό, τους χίτες και τους ταγματασφαλίτες, που συνεργαζόνταν με τους κατακτηκές και έστελναν τους πατριώτες στο θάνατο. Έλεγαν και για τον εμφύλιο, αλλά δεν καταλάβαινα ...
Έτσι έμαθα πρώτη φορά για τον πόλεμο, το φασισμό και το ναζισμό, τους χίτες και τους ταγματασφαλίτες, που συνεργαζόνταν με τους κατακτηκές και έστελναν τους πατριώτες στο θάνατο. Έλεγαν και για τον εμφύλιο, αλλά δεν καταλάβαινα ...
πολλά. Δεν ήταν εύκολο να καταλάβω, πως ο γείτονας ήτανε
εχθρός και γιατί ο πατέρας μου κατέφυγε στην Αθήνα να κρυφτεί, για να
μην τον σκοτώσουν.
Μετά ήρθε η δικτατορία, και, από την αναστάτωση στο σπίτι κατάλαβα πως ήταν κάτι κακό. Μια θλίψη με κυρίευσε, σαν να ήρθαν πάλι οι Γερμανοί. Έτσι λοιπόν έμαθα για το φασισμό. Από τις αφηγήσεις ανθρώπων που τον έζησαν. Ότι διάβασα μεγαλώνοντας, δεν μπόρεσε να επισκιάσει την αποτύπωση της ιστορίας στο παιδικό μυαλό, όπως ζωντάνευε τις ζεστές νύχτες του καλοκαιριού στις αυλές του προσφυγικού συνοικισμού.
Τα χρόνια περνούσαν, όλα αυτά ξεθώριαζαν. Όλοι πανηγύριζαν για τη δημοκρατία. Τη δημοκρατία της λήθης, της αμορφωσιάς, της κακογουστιάς, του life style, της ψεύτικης ευδαιμονίας, του «περνάμε τέλεια…».
Το φίδι δεν είχε σκοτωθεί. Το φίδι κοιμώνταν στην κρύα φωλιά του. Κάποια στιγμή, άρχισε να κινείται μουδιασμένο ανάμεσά μας. Κάποιοι του φορούσαν χαλινάρι και το έβγαζαν βόλτα στην τηλεόραση. Το παρουσίαζαν ακίνδυνο, χαριτωμένο, γελούσαμε μαζί του. Το είπαν Άδωνι και Μανωλίδου, το είπαν Θέμο, το έβαλαν στα σπίτια μας, γίναμε φίλοι στο τέλος. Πιστέψαμε πως το φίδι δεν είχε δηλητήριο.
Στο μεταξύ τα παιδιά διάβαζαν μόνο για να περάσουν στο πανεπιστήμιο. Οι φοιτητικές παρατάξεις τους οργάνωναν εκδρομές στη Μύκονο και παρτυ στα σκυλάδικα. Εμείς είχαμε μουδιάσει. Αρχίσαμε να παραδεχόμαστε την ήττα. Κοιτάζαμε να σώσουμε την ψυχή μας, να συντηρήσουμε μια σπίθα φως και να γίνουν τα παιδιά μας τίμιοι άνθρωποι.
Ύστερα ήρθε η καταστροφή που την είπαν μνημόνιο και ευτυχία.
Το φίδι θέριεψε. Βγήκε στους δρόμους και στις πλατείες και μαχαιρώνει ανυπεράσπιστους ανθρώπους. Μπήκε στη βουλή και προκαλεί. Αυτοί που το ζέσταναν στον κόρφο τους, ντύθηκαν προβιά δημοκρατίας και μπήκαν στην κυβέρνηση.
Και τώρα ξορκίζουν το κακό. Ξορκίζουν το τέρας που έθρεψε η πολιτική τους.Το σχέδιο είναι να μας βάλουν να φαγωθούμε μεταξύ μας. Δεν πρέπει να τσιμπήσουμε. Να μην τους αφήσουμε να δημιουργήσουν νέους διαχωρισμούς, όρους για δεύτερο εμφύλιο.
Ο φασισμός δεν έχει πατρίδα. Κοινή μοίρα μας ενώνει. Ετοιμάζονται να μας επιβιβάσουν στο τρένο, που έχει προορισμό την κόλαση. Αν δεν αντισταθούμε τώρα, είναι βέβαιο πως θα μας πάρει όλους ο διάβολος.
* Η Αναστασία Θεοδωρίδου είναι κοινωνική λειτουργός
Μετά ήρθε η δικτατορία, και, από την αναστάτωση στο σπίτι κατάλαβα πως ήταν κάτι κακό. Μια θλίψη με κυρίευσε, σαν να ήρθαν πάλι οι Γερμανοί. Έτσι λοιπόν έμαθα για το φασισμό. Από τις αφηγήσεις ανθρώπων που τον έζησαν. Ότι διάβασα μεγαλώνοντας, δεν μπόρεσε να επισκιάσει την αποτύπωση της ιστορίας στο παιδικό μυαλό, όπως ζωντάνευε τις ζεστές νύχτες του καλοκαιριού στις αυλές του προσφυγικού συνοικισμού.
Τα χρόνια περνούσαν, όλα αυτά ξεθώριαζαν. Όλοι πανηγύριζαν για τη δημοκρατία. Τη δημοκρατία της λήθης, της αμορφωσιάς, της κακογουστιάς, του life style, της ψεύτικης ευδαιμονίας, του «περνάμε τέλεια…».
Το φίδι δεν είχε σκοτωθεί. Το φίδι κοιμώνταν στην κρύα φωλιά του. Κάποια στιγμή, άρχισε να κινείται μουδιασμένο ανάμεσά μας. Κάποιοι του φορούσαν χαλινάρι και το έβγαζαν βόλτα στην τηλεόραση. Το παρουσίαζαν ακίνδυνο, χαριτωμένο, γελούσαμε μαζί του. Το είπαν Άδωνι και Μανωλίδου, το είπαν Θέμο, το έβαλαν στα σπίτια μας, γίναμε φίλοι στο τέλος. Πιστέψαμε πως το φίδι δεν είχε δηλητήριο.
Στο μεταξύ τα παιδιά διάβαζαν μόνο για να περάσουν στο πανεπιστήμιο. Οι φοιτητικές παρατάξεις τους οργάνωναν εκδρομές στη Μύκονο και παρτυ στα σκυλάδικα. Εμείς είχαμε μουδιάσει. Αρχίσαμε να παραδεχόμαστε την ήττα. Κοιτάζαμε να σώσουμε την ψυχή μας, να συντηρήσουμε μια σπίθα φως και να γίνουν τα παιδιά μας τίμιοι άνθρωποι.
Ύστερα ήρθε η καταστροφή που την είπαν μνημόνιο και ευτυχία.
Το φίδι θέριεψε. Βγήκε στους δρόμους και στις πλατείες και μαχαιρώνει ανυπεράσπιστους ανθρώπους. Μπήκε στη βουλή και προκαλεί. Αυτοί που το ζέσταναν στον κόρφο τους, ντύθηκαν προβιά δημοκρατίας και μπήκαν στην κυβέρνηση.
Και τώρα ξορκίζουν το κακό. Ξορκίζουν το τέρας που έθρεψε η πολιτική τους.Το σχέδιο είναι να μας βάλουν να φαγωθούμε μεταξύ μας. Δεν πρέπει να τσιμπήσουμε. Να μην τους αφήσουμε να δημιουργήσουν νέους διαχωρισμούς, όρους για δεύτερο εμφύλιο.
Ο φασισμός δεν έχει πατρίδα. Κοινή μοίρα μας ενώνει. Ετοιμάζονται να μας επιβιβάσουν στο τρένο, που έχει προορισμό την κόλαση. Αν δεν αντισταθούμε τώρα, είναι βέβαιο πως θα μας πάρει όλους ο διάβολος.
* Η Αναστασία Θεοδωρίδου είναι κοινωνική λειτουργός
πηγή
Πηγή: Όταν οι φασίστες ξορκίζουν τους φασίστες - RAMNOUSIA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου