Από παλιά
παρακολουθώντας ή διαβάζοντας μια πρωθυπουργική ομιλία πάντα έμενα με την εξής
απορία: Πόσο μασκαράς, ψεύτης και απατεώνας μπορεί να είναι κάποιος; Στο
ερώτημα αυτό ποτέ δεν βρήκα την απάντηση. Κάθε φορά ερχόταν ο εκάστοτε
πρωθυπουργός αυτής της χώρας και έδινε μια νέα διάσταση στο ερώτημα. Γι’ αυτό
και νομίζω ότι δεν υπάρχει απάντηση. Είναι ένα είδος μεταφυσικού ερωτήματος,
όπως, π.χ., πόσο μεγάλος είναι ο Θεός, ή πόσο μακριά είναι ο ορίζοντας.
Το ίδιο
μεταφυσικό ερώτημα με απασχόλησε διαβάζοντας και την χθεσινή ομιλία του κ.
Σαμαρά στην κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ: Πόσο μασκαράς, ψεύτης και απατεώνας
μπορεί να είναι κάποιος; Ο κ. Σαμαράς οφείλω να πω ότι τίμησε την παράδοση που
θέλει κάθε νέο πρωθυπουργό να είναι ακόμη χειρότερος του προηγούμενου. Όπου κι
αν είχαν θέσει τον πήχη οι προκάτοχοί του, αυτός τον ξεπέρασε.
Καταρχάς το
πρωταρχικό του μέλημα είναι να πείσει τους ακροατές του και κυρίως τον εαυτό
του, ότι η κυβέρνησή του έχει ορίζοντα τετραετίας. Νομίζει, αυτός και οι
επιτελείς του, ότι ζούμε σε ομαλές συνθήκες κι έτσι μπορούν να ξεγελάσουν τον
κόσμο με το γνωστό πολύ παλιό και ξεθωριασμένο κυβερνητικό τρικ: όλα θα
φτιάξουν σε βάθος τετραετίας. Κι έτσι ότι είχαν υποσχεθεί προεκλογικά
μετατίθεται για το τέλος της τετραετίας, που δεν πρόκειται να έρθει ποτέ. Όλα
αυτά καλά, αλλά ξεχνούν κάτι πολύ σοβαρό: ούτε η χώρα, ούτε ο λαός της έχουν
βάθος τετραετίας. Για την συντριπτική πλειοψηφία των ελλήνων είναι ζήτημα αν
υπάρχει βάθος έτους. Δηλαδή αν αντέχουν έως το τέλος του 2012. Ενώ η χώρα πνέει
τα λοίσθια στη δίνη μιας ύφεσης, η οποία έχει μεταβληθεί σε κατάρρευση. Τώρα,
πώς σκέφτονται να την σκαπουλάρουν ο Σαμαράς και οι δικοί του όταν πολύ σύντομα
ακόμη και οι εκείνοι που τους ψήφησαν θα τους κυνηγάνε, είναι ένα ζήτημα. Μια
έμμεση απάντηση πάντως δίνει η ομιλία του.
Πριν όμως
φτάσουμε σ’ αυτό, ας θαυμάσουμε τις ιστορικές αποτιμήσεις του κ. Σαμαρά και των
«επικοινωνιολόγων» που του γράφουν τις ομιλίες. «Σήμερα, κατά σύμπτωση,
κλείνουν 38 χρόνια από τη μεταπολίτευση του 1974. Κρατάμε ως κόρη οφθαλμού τις
μεγάλες δημοκρατικές κατακτήσεις της εποχής εκείνης, που φέρουν τη σφραγίδα του
Κωνσταντίνου Καραμανλή. Αλλά αφήνουμε πίσω οριστικά, τις αγκυλώσεις και τις
στρεβλώσεις που δημιουργήθηκαν εκ των υστέρων: το λαϊκισμό, τον κρατισμό, την
«αναδιανομή» εισοδήματος που δεν υπάρχει, τη λεηλασία του δημόσιου πλούτου από
κυκλώματα επιτήδειων, την ασυδοσία των συντεχνιών, την ατιμωρησία των
παρανόμων, τη δημιουργία ασύλου για πάσης φύσεως παράνομες πράξεις στα
Πανεπιστήμια, τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, τη συνεχή υποχώρηση της
ανταγωνιστικότητας και τη συσσώρευση χρέους που πνίγει τη χώρα.»
Αλήθεια, σε ποιες
«μεγάλες δημοκρατικές κατακτήσεις της εποχής εκείνης, που φέρουν τη σφραγίδα
του Κωνσταντίνου Καραμανλή», αναφέρεται ο κ. Σαμαράς; Μήπως στο ότι είχε την
ευαρέσκεια ο «εθνάρχης» να αναγνωρίσει στον ελληνικό λαό το δικαίωμα της ψήφου
που φρόντισε κατόπιν με κάθε μέσο και τρόπο να το νοθεύσει, να το ξεφτιλίσει
όσο δεν έπαιρνε; Ποιες ήταν οι «μεγάλες δημοκρατικές κατακτήσεις»; Το
Καραμανλής ή τανκς; Οι δολοφονημένοι από την κρατική καταστολή; Η μετατροπή των
ΔΕΚΟ και του κράτους σε φέουδο του κυβερνώντος κόμματος και των επιχειρηματικών
κυκλωμάτων εντός και εκτός Ελλάδας που το στήριζαν; Η ανυπαρξία συνδικαλιστικής
ελευθερίας; Το «στιγμιαίο» της εσχάτης προδοσίας; Η «αποχουντοποίηση» που δεν
έγινε ποτέ; Ο ενδοτισμός και η εθελοδουλία του «ανήκομεν εις την Δύσιν»;
Τι μεταπολίτευση έφερε
ο «εθνάρχης» Καραμανλής και το κόμμα του, μας την περιγράφει ο Παύλος
Μπακογιάννης, βουλευτής και υπουργός της ΝΔ: «Με τον τρόπο που έγινε η παράδοση
της εξουσίας και η εκλογή των δυνάμεων στις οποίες παραδόθηκε, δεν ξαναφάνηκαν
στην πολιτική σκηνή μόνο τα γνωστά και πριν από την 21η Απριλίου
1967 πρόσωπα, αλλά πέρασαν άθικτες και οι δομές της παρακαπιταλιστικής
κοινωνίας, που κυριαρχούσαν την εποχή εκείνη και που, σε τελευταία ανάλυση,
ήταν αυτές που παρήγαγαν το καθεστώς της 21ης Απριλίου 1967…. Αλλαγή
έγινε μόνο στον τομέα των τυπικών μορφών άσκησης της εξουσίας, ενώ διατηρήθηκαν
τα στεγανά και η διάσταση κράτους και κοινωνίας που χαρακτήριζαν τη
μεταπολεμική ζωή του τόπου. Το σύστημα που εγκαθιδρύθηκε, ύστερα από την 24η
Ιουλίου 1974, είναι ένα καθεστώς κρατικού πατερναλισμού, με κατοχυρωμένες τις
νομικές δυνατότητες αυταρχικής του εξέλιξης, που ενισχύονται ακόμα περισσότερο,
με τον τρόπο που ασκεί την εξουσία ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας.»
Μήπως τελικά η εμπλοκή του Π. Μπακογιάννη με την ΝΔ και με την οικογένεια του
Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, τον οποίο τόσο αδρά ζωγραφίζει μ’ αυτά που γράφει μαζί
με όλο το ανφάν γκατέ της μεταπολιτευτικής πολιτικής νομεκλατούρας, ήταν που
του στοίχισε την ζωή; Δεν γνωρίζουμε. Το
σίγουρο είναι ότι ο Παύλος Μπακογιάννης τα έγραφε το 1977!
Ο Καραμανλής είχε
μόνο μια έννοια. Να μην επιτρέψει την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας στην Ελλάδα.
Ήθελε να τσακίσει τις δημοκρατικές προσδοκίες ενός λαού που είχε νικήσει την
αμερικονατοϊκή χούντα και ήθελε επιτέλους δημοκρατία. Αντί γι’ αυτό ο
Καραμανλής έστησε έναν εικονικό κοινοβουλευτισμό με μια υπερτροφική εκτελεστική
εξουσία, η οποία επέτρεπε την κυβερνητική απολυταρχία. Δείτε τι έλεγε για τον
χαρακτήρα της πολιτείας που ήθελε να εγκαθιδρύσει το 1975: «Η αντιπολίτευσις
θέλει την εκτελεστικήν εξουσίαν υποτεταγμένην εις την νομοθετικήν. Ημείς την
θέλομεν λογικώς ενισχυμένην και σχετικώς ανεξάρτητον, δια να δύναται η
Κυβέρνησις να εκπληροί την αποστολήν της - δια να δύναται η εκτελεστική εξουσία
να αντιμετωπίζη με ταχύν και αποφαστιστικόν ρυθμόν τα πολύπλοκα και δύσκολα
προβλήματα τα οποία παρουσιάζει η τεχνοκρατική εποχή μας. Με άλλους λόγους
ημείς θέλομεν μίαν δημοκρατίαν μαχομένην και δημιουργικήν. Η αντιπολίτευσις, εξ
όσων λέγει, φαίνεται ότι την θέλει παράλυτον. Ημείς θέλομεν μίαν δημοκρατίαν
σύγχρονον και προοδευτικήν. Η αντιπολίτευσις την θέλει απηρχαιωμένην, θέλει
δηλαδή δημοκρατίαν τύπου Ζαϊμη, η οποία όμως είναι γνωστόν πού μας είχεν
οδηγήσει. Είναι γνωστόν ότι κατά τον βίον της δημοκρατίας εκείνης εξεδηλώθησαν
ένδεκα κινήματα και τελικώς ωδηγήθημεν εις την δικτατορίαν Μεταξά.»
Βέβαια, δεν ήταν
η «αντιπολίτευσις» που ήθελε την εκτελεστική εξουσία υποταγμένη στην
νομοθετική, δηλαδή στο κοινοβούλιο, αλλά η δημοκρατία. Ενισχυμένη εκτελεστική
εξουσία ισοδυναμεί με κυβερνητική αυθαιρεσία και ασυδοσία. Αυτό θεμελίωσε ως
μεταπολίτευση ο «εθνάρχης» Καραμανλής μαζί με όλες τις πρακτικές που σήμερα
εμφανίζεται δήθεν να καταδικάζει ο κ. Σαμαράς. Ούτε βέβαια είναι σωστό ότι η
δημοκρατία γεννά τα κινήματα και την δικτατορία, όπως ισχυρίζεται ο μέγας αυτός
«εθνάρχης», ο οποίος είχε τόση σχέση με την δημοκρατία όσο οι ναζί φίλοι του
στην κατοχή. Αυτό που επιτρέπει τις δικτατορίες είναι η καταπάτηση των βασικών
πολιτικών ελευθεριών και πρωτίστως της λαϊκής κυριαρχίας. Οι χούντες και τα
πραξικοπήματα είχαν πάντα σαν αφετηρία τους τις εκτροπές της εκτελεστικής
εξουσίας, δηλαδή την αυθαιρεσία της κυβέρνησης. Γι’ αυτό κι όσο πιο δημοκρατικό
είναι το πολίτευμα, όσο πιο ισχυροί είναι οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί, όσο
περισσότερα και πιο ανελαστικά είναι τα πολιτικά δικαιώματα του λαού και οι
δυνατότητες άσκησής τους, όσο πιο ελεγχόμενη από το ίδιο το εκλογικό σώμα είναι
η εκτελεστική εξουσία, τόσο πιο δύσκολες είναι οι εκτροπές, τα πραξικοπήματα
και οι χούντες.
Αυτή ήταν η
αληθινή πρόθεση και του «εθνάρχη» Καραμανλή. Ήθελε μια πολιτεία όπου εύκολα μια
κυβέρνηση θα μπορούσε να επιβάλει καθεστώς εκτροπής, ακόμη και με στρατιωτικό
νόμο, παρά κι ενάντια στον λαό. Και για να το κάνει αυτό ήθελε ένα σύνταγμα που
να της επιτρέπει να ελέγχει το κοινοβούλιο, αλλά και να στερεί από τον λαό την
δυνατότητα κάθε ουσιαστικής πολιτικής παρέμβασης. Αυτές μάλλον τις
«δημοκρατικές κατακτήσεις» δοξάζει σήμερα ο κ. Σαμαράς που επιτρέπουν στην
κυβέρνησή του να συνεχίζει την εκτροπή που ζούμε από το 2010 έως σήμερα με την
καταπάτηση κάθε έννοιας δικαιώματος του ελληνικού λαού μαζί και της εθνικής του
κυριαρχίας. Όμως, όπως θα μάθει πολύ σύντομα, η ψήφος δεν είναι κολυμβήθρα του
Σιλωάμ, ούτε νομιμοποιεί την καταπάτηση αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων της χώρας
και του λαού. Ο δοσίλογος δεν μπορεί να κρυφτεί στην κάλπη, όσο κι αν το προσπαθεί.
Αυτό βέβαια που
κάνει εντύπωση με τις ομιλίες του κ. Σαμαρά είναι το χιούμορ του. Μπορεί να μην
φαίνεται από πρώτη ματιά, αλλά αν το καλοσκεφτεί κανείς τι άλλο θα μπορούσε να
εκφράζει η παρακάτω τοποθέτηση: «Να διατηρήσει [η κυβέρνηση] στο ακέραιο τους
στόχους της δημοσιονομικής εξυγίανσης – τον εκμηδενισμό του ελλείμματος, τη
μείωση του χρέους, τις διαρθρωτικές αλλαγές – αλλά και να παραμερίσει όσα τον
εμποδίζουν να πιάσει του στόχους αυτούς: κυρίως τις πολιτικές που προκαλούν
ύφεση, που παραλύουν την οικονομία και διαλύουν την κοινωνική συνοχή.»
Πέρα από τα
αστεία, θα θέλαμε πάρα πολύ να μάθουμε πώς είναι δυνατό κάτι τέτοιο. Πώς
γίνεται να αποδέχεσαι τους στόχους του μνημονίου και ταυτόχρονα να ισχυρίζεσαι
ότι θα αρνηθείς «τις πολιτικές που προκαλούν ύφεση». Σε συνθήκες τόσο βαθιάς
ύφεσης και κρίσης υπερχρέωσης το να αποδέχεσαι σαν στόχο «τον εκμηδενισμό του
ελλείμματος, τη μείωση του χρέους, τις διαρθρωτικές αλλαγές», είναι σαν να
αποδέχεσαι την πορεία προς την καταστροφή.
Παρεμπιπτόντως, η
«δημοσιονομική εξυγίανση» δεν ταυτίζεται με τον «εκμηδενισμό του ελλείμματος»,
όπως μας δουλεύουν οι ιερείς του νεοφιλελευθερισμού, αλλά με το χτύπημα του
κρατικού παρασιτισμού. Κι αυτός δεν εξαρτάται από το αν υπάρχει πρωτογενές
έλλειμμα ή πλεόνασμα, αλλά από το για ποιον δουλεύει το κράτος και από πού
προσπορίζεται τα έσοδά του. Όσο το κράτος απογυμνώνεται από τις κοινωνικές του
λειτουργίες και δαπάνες, ενώ ταυτόχρονα με τις αποκρατικοποιήσεις και το
ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας του στερούν την δυνατότητα αυτοδύναμης παραγωγής
εισοδήματος, τότε το κράτος αυτό γίνεται πιο παρασιτικό, πιο αντικοινωνικό, πιο
άχρηστο και επιβλαβές για την κοινωνία.
Πέρα όμως απ’
αυτό. Που πέτυχε αυτή η συνταγή που ακολουθεί τυφλοσούρτι η κυβέρνηση; Πότε και
που έβγαλε μια χώρα από την ύφεση και την υπερχρέωση η πολιτική του
εκμηδενισμένου ελλείμματος και των «διαρθρωτικών αλλαγών»; Για την μείωση του
δημόσιου χρέους δεν μιλάμε γιατί πλέον το χιούμορ γίνεται κοροϊδία και δεν
αξίζει ούτε καν να ασχοληθούμε. Ακόμη και το ίδιο το ΔΝΤ στην έκθεσή του για
την Ελλάδα τον Μάρτιο του 2012 τόνιζε: «Η αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας
μέσω της εσωτερικής υποτίμησης έχει αποδειχθεί ότι είναι ένα δύσκολο εγχείρημα
με πολύ λίγες επιτυχίες.»
Οι μοναδικές περιπτώσεις που αναφέρει το ΔΝΤ ότι το πείραμα πέτυχε είναι η
Γερμανία και το Χονγκ Κονγκ, χωρίς βέβαια να υπολογίζει το εδικό ρόλο των χωρών
αυτών στην παγκόσμια οικονομία, αλλά και κάποιες από τις Βαλτικές χώρες, όπου
ξέχασε να πει ότι μπορεί η εγχείρηση να πέτυχε, αλλά ο ασθενής, δηλαδή η
κοινωνία, απέθανε. Κι ενώ δηλώνει ότι «οι περισσότεροι από τους όρους για την
επιτυχία [του προγράμματος] λείπουν στην Ελλάδα», υποστηρίζει ότι «αυτό
δείχνει ότι η
πολιτική βούληση και η τολμηρή εμπροσθοβαρής εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων είναι
απολύτως κρίσιμη για την εσωτερική υποτίμηση ώστε να δουλέψει στην Ελλάδα, και
ότι θα απαιτηθεί μια διαρκής επίσημη στήριξη ευρείας κλίμακας για την
ανακούφιση της οδυνηρής διαδικασίας προσαρμογής.»
Σε απλά ελληνικά αυτό σημαίνει ότι επειδή οικονομικά δεν πρόκειται να αποδώσει
το πρόγραμμα, χρειάζεται περισσότερη πολιτική βούληση και διαρκώς περισσότερες
«μεταρρυθμίσεις» εσωτερικής υποτίμησης ανεξάρτητα από το πόσο επώδυνες θα
αποδειχτούν για την κοινωνία. Όμως όλα αυτά απαιτούν πολιτικές δυνάμεις και
κυβερνήσεις τόσο αποκομμένες από τις λαϊκές προσδοκίες, τόσο δοσιλογικές και
εθελόδουλες που να μην τους καίγεται καρφί για την χώρα και το λαό της.
Αυτό είναι το
νόημα των λόγων του κ. Σαμαρά. Γι’ αυτό άλλωστε και δεν λέει κουβέντα για το
ποιες πολιτικές θεωρεί ότι ενισχύουν την ύφεση. Ποιες πολιτικές, δηλαδή,
προτίθεται να επαναδιαπραγματευθεί. Σε βάθος τετραετίας φυσικά κι αφού έχουν
στοιχίσει στην κοινωνία χιλιάδες πρόσθετες αυτοκτονίες από απελπισία,
εκατομμύρια ανέργους και εξαθλιωμένα νοικοκυριά.
Όμως, μην ανησυχείτε! Ο κ. Σαμαράς μας διαβεβαιώνει ότι πρόκειται «να ανακτήσουμε την αξιοπιστία
της χώρας στο εξωτερικό, πράγμα απαραίτητο για να προσελκύσουμε επενδύσεις, να
δημιουργήσουμε θέσεις εργασίας, να ανακτήσουμε την ανταγωνιστικότητά μας, αλλά
και το κύρος και την ισχύ της Ελλάδας, να καταπολεμήσουμε την ύφεση και να
βγούμε από την κρίση. Κι αυτό ακριβώς υποσχόμαστε: Ότι θα βγάλουμε τη χώρα από
την κρίση!» Πώς; Ε, αυτό το κρατά μυστικό για να το μάθουμε στο τέλος της
τετραετίας. Όσοι, δηλαδή, από εμάς θα έχουμε επιβιώσει για να δούμε το αν θα
υπάρχει Ελλάδα μετά από τέσσερα χρόνια.
Μπορεί ο κ.
Σαμαράς να μην ξέρει πώς θα γίνει, αλλά είναι σίγουρος ότι μέσα σε μια
τετραετία μπορούμε να την κατεβάσουμε στο 10%! [από το 24% που είναι σήμερα η
ανεργία] Μέσα σε τέσσερα χρόνια η ανεργία μπορεί να υποχωρήσει από το υψηλότερο
σημείο που έφτασε ποτέ στις τελευταίες δεκαετίες, στο χαμηλότερο σημείο που
έφτασε από το 2009! Μέσα στη φετινή χρονιά θα έχουμε αρχίσει να συγκρατούμε την
ύφεση. Και στις αρχές του 2014 θα μπορέσουμε να περάσουμε στην Ανάκαμψη.»
Για να καταλάβει
ο αδαής πόσο ανοησίες είναι όλα αυτά, πρέπει να σημειώσουμε ότι για να
επιτευχθεί αυτός ο στόχος μείωσης της ανεργίας κατά 14 ποσοστιαίες μονάδες μέσα
σε τέσσερα χρόνια, θα πρέπει να μειώνονται οι άνεργοι κάθε χρόνο κατά 200 χιλιάδες.
Αυτό απαιτεί πρόσθετες επενδύσεις της τάξης των 20 δις ευρώ κατ’ έτος και ρυθμό
ανόδου του ΑΕΠ τουλάχιστον 4% ετήσια. Κι όλα αυτά θα γίνουν εν μέσω
στραγγαλιστικής λιτότητας και διαρθρωτικής ύφεσης που προβλέπεται να ξεπεράσει
το 7% το 2012. Δεν σας είπα ότι ο κ. Σαμαράς έχει χιούμορ; Μόνο που αυτό το
χιούμορ είναι μακάβριο, γιατί κοστίζει σε ανθρώπινες ζωές και μάλιστα κατά
χιλιάδες.
Εκεί βέβαια που
βγήκε ο αληθινός εαυτός του κ. Σαμαρά είναι όταν έδειξε τους υπερμεγέθεις
κυνόδοντες: «Όταν μέσα σε τέτοια ανεργία, ασκούνται τέτοιες συνδικαλιστικές
πρακτικές που απειλούν με κλείσιμο κι άλλα εργοστάσια, δεν θα μείνουμε αδρανείς
να κοιτάμε απελπισμένους εργαζόμενους να χάνουν τη δουλειά τους.
Τα εργασιακά δικαιώματα είναι ιερά. Αλλά για να υπάρχουν εργασιακά
δικαιώματα πρέπει να υπάρχει εργασία! Αν βρεθεί κάποιος στην ανεργία, καταργούνται με τον πιο βάναυσο τρόπο όλα
τα εργασιακά του δικαιώματα.» Ώστε έτσι. Για την εκτίναξη της ανεργίας δεν
φταίει η βάναυση κατάργηση κάθε εργασιακού δικαιώματος, που επιβλήθηκε από το
καθεστώς των μνημονίων, ούτε η θεσμοθέτηση της ασυδοσίας της εργοδοσίας
μετατρέποντας ακόμη και την γενιά των 700, σε γενιά των 500! Όχι βέβαια. Για
την ανεργία φταίνε οι απολυμένοι εργάτες που απεργούν ενάντια στις απολύσεις
τους. Ενώ αν είχαν αποδεχτεί ήσυχα κι ωραία τις απολύσεις και ενέδιδαν στην
ασυδοσία της εργοδοσίας, τότε θα προστατεύονταν με τον καλύτερο τρόπο τα
εργασιακά δικαιώματα! Το μόνο που μένει μετά από μια τέτοια επιχειρηματολογία
είναι το δρομοκραίτειο ίδρυμα για όλους μας.
Το πρόβλημα του
Σαμαρά δεν είναι η απεργία, αλλά η καταστολή κάθε διαμαρτυρίας. Γι’ αυτό και
ξαφνικά θυμήθηκε τους «γνωστούς-αγνώστους»: «Δεν μπορεί ελάχιστοι
«γνωστοί-άγνωστοι» να αναστατώνουν την πόλη κάθε τόσο, να καίνε μαγαζιά, να
καταστρέφουν περιουσίες, να σπρώχνουν κόσμο στην ανεργία. Και κάποιοι να
τους προστατεύουν. Και η Πολιτεία να μην αντιδρά… Αυτά τελείωσαν! Θα προχωρήσουμε πολύ σύντομα σε όλες εκείνες τις
αλλαγές και τα μέτρα για να σταματήσει η εγκληματική ασυδοσία των
κουκουλοφόρων. Για να αποκαλυφθεί ποιοι είναι και ποιοι βρίσκονται από πίσω
τους. Και να δω τότε, αν θα βρεθούν
κάποιοι να τους… υπερασπιστούν!»
Γιατί κάτι μου
λέει ότι πολύ σύντομα θα δούμε «γνωστούς-αγνώστους» στους δρόμους να καίνε και
να σπάνε προκειμένου να δικαιολογήσει η συγκυβέρνηση την επιβολή καταστολής
φασιστικού τύπου; Όπως Εσπάνια, όπου το φρανκικό κράτος καταστολής που ποτέ δεν
διαλύθηκε δείχνει όλο το μεγαλείο του εναντίον των εργατών. Αν ήθελε ο κ.
Σαμαράς να βρει τους «γνωστούς-αγνώστους» δεν είχε παρά να ψάξει στους δικούς
του παρακρατικούς και στις δυνάμεις των πραιτοριανών που δουλεύουν για το
επίσημο κράτος.
Η αλήθεια όμως είναι άλλη. Το ξεκαθάρισε η έκθεση του ΔΝΤ που αναφέραμε:
αν θέλεις να εφαρμόσεις ένα πρόγραμμα εσωτερικής υποτίμησης που δεν πρόκειται να
πετύχει τότε χρειάζεσαι ισχυρή πολιτική βούληση, δηλαδή σιδερένια πυγμή που
πρέπει να επιβληθεί σε μια κοινωνία που δεν πρόκειται απλά να ματώσει, αλλά να
αιμορραγήσει μέχρις θανάτου. Αυτό ετοιμάζεται να κάνει κι ο Σαμαράς. Θέλει να
στήσει ένα καθαρόαιμα φασιστικό κράτος καταστολής, γιατί πιστεύει ότι αυτό θα
σώσει αυτόν και την συμμορία του ευρώ από την κοινωνική οργή και εξέγερση. Πολύ
σύντομα θα καταλάβει πόσο έξω έχει πέσει.
Στο ίδιο.