Ο «Άη Γιώργης» Καραϊσκάκης. Ελαιογραφία του Γεωργ. Μαργαρίτη (Εθνική Πινακοθήκη, Αθήνα) |
(Ο Μέγας
Ιεροεξεταστής):
«Ω, θα τους πείσουμε ότι θα γίνουν ελεύθεροι μονάχα όταν θα παραιτηθούν από την
ελευθερία τους για χάρη μας και όταν υποταχτούν σε μας. Θα έχουμε δίκιο ή όχι;
Θα πεισθούν μόνοι τους πως έχουμε δίκιο…»
[Φιόντορ
Ντοστογιέφσκυ Αδελφοί Καραμαζώφ]
Η ιστορία έχει
αποδώσει στον Ουΐνστων Τσώρτσιλ το εύσημο ότι, χάρη σ’ αυτόν, το βρετανικό
ναυτικό μπήκε στον Α’ παγκόσμιο πόλεμο πανίσχυρο. Μόνο σε ένα σημείο, έγραφε ο
Τσάστενετ και άλλοι βιογράφοι του, ο Τσώρτσιλ έσφαλε και το σφάλμα του ήταν
βαρύ: δεν κατόρθωσε να βυθίσει ούτε το «Γκαίμπεν» ούτε το «Μπρεσλάου»,
τα δύο πανίσχυρα γερμανικά καταδρομικά. Τα δύο αυτά πλοία βρέθηκαν με
την έναρξη του πολέμου στην Αδριατική. Οπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων
οι συμμαχικές δυνάμεις της Αντάτ έπρεπε, μόλις κηρύχθηκε ο πόλεμος, να τα
κτυπήσουν αμέσως. Αλλά ο γαλλικός στόλος ήταν απασχολημένος με την μεταφορά
στην Γαλλία του στρατιωτικού σώματος της Αλγερίας και τα αγγλικά καταδρομικά
του Γιβραλτάρ, εξ αιτίας των ασαφών διαταγών του Ναυαρχείου, δηλαδή του
Τσώρτσιλ, δεν μπόρεσαν να τα εντοπίσουν. Το «Γκαίμπεν» και το «Μπρεσλάου»
πέρασαν τα Δαρδανέλλια και αγκυροβόλησαν μπροστά στην Κωνσταντινούπολη. Η
Τουρκία, φιλογερμανική μεν αλλά δίβουλη και φοβισμένη, αρνήθηκε να ...τα
περιορίσει… Η στάση αυτή της Τουρκίας θα την σφραγίσει και θα την
οδηγήσει τελικά να μπει στον πόλεμο στο πλευρό των Κεντρικών Αυτοκρατοριών.
Έτσι, με εχθρική την
Τουρκία, κόπηκε η επαφή της Ρωσσίας με τους συμμάχους της και άρχισε μια
αλυσίδα αντιδράσεων: η εκστρατεία των Δαρδανελλίων, με σκοπό να σπάσει
αυτή η απομόνωση, η παράταση του πολέμου για τέσσερα χρόνια, η επανάσταση των
Μπολσεβίκων και, γιατί όχι, ακόμα και η καταστροφή της Σμύρνης… Τον
Ιούνιο του 1922, ο στρατός του Κεμάλ πασά, μετέπειτα Ατατούρκ («Πατέρας των
Τούρκων»), αφού συνέτριψε την ακαθοδήγητη ελληνική στρατιά της Μικράς Ασίας,
βάδισε προς την ελεύθερη ελληνική ζώνη και την Σμύρνη. Οι ζωές εκατομμυρίων
ανθρώπων χάθηκαν και το μέλλον των επόμενων γενεών καθορίστηκε δραματικά
επειδή, ίσως, ο Τσώρτσιλ αμέλησε να διατάξει τον τορπιλισμό των δύο
καταδρομικών.
Ξεκίνησα με τα
παραπάνω για να θυμίσω ότι η ιστορία δεν συγχωρεί τα μοιραία λάθη και ότι είναι
μια αλυσίδα γεγονότων που μπορεί να δέσει ή να σπάσει, αναλόγως αν γίνει
έγκαιρα ή όχι η σωστή εκτίμηση από τους πρωταγωνιστές της κάθε κρίσιμης
ιστορικής περιόδου.
Αυτό ισχύει και για
εμάς σήμερα καθώς ζούμε πάλι σε κρίσιμους καιρούς, μάρτυρες μιας αναγκαστικής
πορείας χωρίς περιθώρια για επιλογές, που εμφανίζεται σαν «νομοτέλεια» για τα
έθνη και τους λαούς της Ευρώπης και του κόσμου.
Η νεοταξική πραγματικότητα προσπαθεί να
στηριχτεί σε «πολιτικά ορθές» ιδεολογικές ακρότητες τις
οποίες επικαλούνται για να αναθεωρήσουν την ιστορία τα πιο
καλοπληρωμένα στελέχη της νομενκλατούρας που κυβερνάει την χώρα και την
Ε.Ε. με κάθε είδους μανδύα: δεξιό,σοσιαλιστικό, ανανεωτικό
αριστερό.
Είναι αυτοί που έχουν
και το μαχαίρι και το πεπόνι και θέτουν όλους τους κανόνες του παιγνιδιού
προκειμένου να επιτευχθούν οι σκοποί της αποεθνικοποίησης και της αποδόμησης
της εθνικής κουλτούρας των λαών της Ευρώπης.
Σ' αυτά τα πλαίσια
είναι που το ’21 ενοχλεί γιατί εκφράζει αφ’ ενός το πνεύμα της
εθνεγερσίας και αφ’ ετέρου γιατί αποτυπώνει την διάσταση της
αντίστασης στους καταπιεστικούς αυτοκρατορικούς θεσμούς με την
εξέγερση ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την ανταρσία στις
κατευθύνσεις της Ιεράς Συμμαχίας.
Όταν αποφασίσαμε να
κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε
άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας
φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα», αλλά ως
μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και
ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι
έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε
την Επανάσταση». [Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Ο λόγος στην Πνύκα]
Αυτή η «επιθυμία της
ελευθερίας», που έπεσε ως βροχή, μας μεταφέρει διαχρονικά το αειθαλές μήνυμα
ότι, ζωή χωρίς ελευθερία είναι χειρότερη κι από τον θάνατο. Και
αυτό το μήνυμα παραμένει επικίνδυνο για τις δυνάμεις της
νεοταξικής τυραννίας που σήμερα επιδιώκουν να ποδηγετήσουν την
ιστορική διαδικασία.
Γι’ αυτό, ένας
βασικός στόχος της αναθεωρητικής ιστοριογραφίας μέσα από τα νέα
εκπαιδευτικά συγγράμματα, αλλά και την γενικότερη προπαγάνδα, έντυπη και
ηλεκτρονική, είναι η απενοχοποίηση των Οθωμανών –και των Κεμαλιστών στην
συνέχεια- και η κατεδάφιση του εθνικο-απελευθερωτικού μηνύματος του1821.
Έτσι, για να
λοβοτομηθεί η εθνική μνήμη και να ενσταλαχθεί στις νέες γενηές το δηλητήριο του
ενδοτισμού και της υποταγής, η Τουρκοκρατία δεν πρέπει να παρουσιάζεται ως μία
από τις στυγνότερες περιόδους της μακραίωνης ιστορίας μας, αλλά σαν μια
«πολυπολιτισμική» Μπελ Επόκ όπου… όλοι ευημερούσαν και υμνολογούσαν τον πολυχρονεμένο
Σουλτάνο.
Το καταφανές κίνητρο
να εμφανισθεί το οθωμανικό καθεστώς ανεκτικό έχει σαν αποτέλεσμα να
υποβαθμίζεται το ανάστημα των αγωνιστών του ’21 και το εύρος του τολμήματός
τους. Λίγο θέλουν ακόμα να μας βάλουν να ζητήσουμε και συγγνώμη για την… αχαριστία
των «κατσαπλιάδων» Ρωμηών απέναντι στην ευεργέτιδα Ημισέληνο!
Ο όρκος των Επαναστατών Ελλήνων στη Βοστίτσα. Λούντβιχ φον Σβαντχάλερ, μελάνι και μολύβι σε χαρτί. (Μόναχο, Μουσείο της πόλης) |
Στο μεγάλο Πολεμικό
Μουσείο του Καΐρου, που έχω επισκεφθεί, οι Αιγύπτιοι έχουν αφιερώσει ολόκληρο
τμήμα του στον «Ελληνο-Αιγυπτιακό Πόλεμο», αναγνωρίζοντας έτσι,
προς τιμήν τους, την ύπαρξη ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους και αποδεχόμενοι την
τελική ήττα και αποχώρησή τους από την Πελοπόννησο. Πουθενά δεν εμφανίζονται τα
γεγονότα της εισβολής του Ιμπραήμ ως «καταστολή της Εξέγερσης», αυτό που κάνουν
οι δικοί μας «νενέκοι» συντηρώντας το σαράκι του διχασμού. Ο διχασμός,
άλλωστε, ήταν αυτός που έφταιξε για τις μελανές σελίδες και τις άτυχες
στιγμές του Αγώνα. Ο αιγυπτιακός στρατός του Ιμπραήμ πασά μπόρεσε κι
αποβιβάστηκε ανεμπόδιστος στις 12 Φεβρουαρίου 1825 στην ακτή της Μεθώνης, στην
διάρκεια των εμφυλίων συγκρούσεων.
Τον καταστροφικό ρόλο
του διχασμού εκθέτει σαφέστατα ο Γέρος του Μωρηά στον ιστορικό του Λόγο στην
Πνύκα, όπου εξηγεί σταράτα ότι στόχος της Επανάστασης ήταν η
απελευθέρωση όλου του Ελληνισμού και όχι το μικρό κρατίδιο του 1830.
Αυτό ήταν το πνεύμα του ’21, που απείχε παρασάγγας από τα σχέδια των τότε
Μεγάλων Δυνάμεων. «Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη
ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του
έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και
μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο
χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και ίσως
εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού
άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε
χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν αρμάδα...»
Στην Διχόνοια απέδωσε
και ένας από τους πιο σημαντικούς Έλληνες διανοητές του 20ου αιώνα,
ο Χρήστος Μαλεβίτσης, τις αποτυχίες του Αγώνα, εκφωνώντας τον Πανηγυρικό
της 25ης Μαρτίου, το 1977: «Η Τιμημένη Φρουρά του
Μεσολογγίου κατά την έξοδό της περίμενε βοήθεια από το αντίπερα στρατόπεδο της
Δερβέκιστας, ώστε μα μην πέσει όλη η τουρκιά επάνω της. Και η βοήθεια δεν ήρθε,
εκείνη την νύχτα των Βαΐων. Επειδή οι Έλληνες ήσαν διχασμένοι. Γι’ αυτό τότε
πλέον ο ηττημένος και ευτελισμένος Κιουταχής έγινε τροπαιοφόρος. Έτσι
εκαταστήσαμε τροπαιοφόρες και τις οκνές και κτηνώδεις ορδές του Αττίλα,
πρόσφατα».Συνεπώς, όσοι απαξιώνουν την πατριωτική συνείδηση των ανθρώπων
του ’21, υποβαθμίζοντας τον ρόλο του διχασμού και της πρακτόρικης υπονόμευσης
του φρονήματος, για να υπερτονίσουν την δύναμη του εξωτερικού παράγοντα, δεν
κάνουν τίποτα λιγότερο από το να ευνοούν την ξενόδουλη ψυχολογία και
την υποταγή στη Νέα Τάξη.
Η κορυφαία στιγμή του
Εικοσιένα, που ενοχλεί ιδιαιτέρως την σημερινή κυρίαρχη ιδεολογία της
ιδιώτευσης, ήταν το πέρασμα από το «Εγώ» στην συνείδηση του «Εμείς»,
που τόσο σοφά την εκφράζει ο Μακρυγιάννης: «Τούτην την πατρίδα
την έχομεν όλοι μαζύ και σοφοί και αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και
πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι, άνθρωποι όσοι αγωνιστήκαμεν,
αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσομεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να
την φυλάμεν κι όλοι μαζί και να μην λέγει ούτε ο δυνατός “εγώ”, ούτε ο
αδύνατος… Είμαστε στο “Εμείς” και όχι εις το “Εγώ”». Είναι η ίδια υπέρβαση που κρύβεται πίσω από
τις ενδοξότερες σελίδες της ελληνικής ιστορίας, πίσω από το Έπος του
’40, την Εθνική Αντίσταση, τους Λαϊκούς Αγώνες.
Πώς, όμως, μπορεί να
«αποσιωπηθεί» η μακρά ιστορική πορεία ενός έθνους όπως το ελληνικό, που υπάρχει
εδώ και τουλάχιστον τρισήμισυ χιλιάδες χρόνια; Πώς να φιμώσουν την ΚΡΑΥΓΗ ΤΗΣ
ΕΛΛΑΔΟΣ όπως την περιέγραψε ο μεγάλος Νίκος Καζαντζάκης στην μνημειώδη ομιλία
του στο BBC, το 1946: «Αν τα πήλινα μάτια του ανθρώπου
μπορούσαν να δουν τα αόρατα, θα έβλεπαν στις πολιορκίες του Μεσολογγιού, της
Ακρόπολης και της Πάτρας, στις ομηρικές μάχες της Τριπολιτσάς, των Δερβενακιών
και του Φαλήρου ή στις ένδοξες ναυμαχίες του Αιγαίου, να πολεμούν πλάϊ πλάϊ ο
Μιλτιάδης και ο Καραϊσκάκης, ο Οδυσσέας κι ο Κολοκοτρώνης, ο Θεμιστοκλής κι ο
Μιαούλης. Όλη η ελληνική φυλή, σύσσωμη, σύψυχη, πήρε μέρος και πολέμησε στην
Επανάσταση του 21».
Το εσωτερικό μέτωπο
της χώρας, σήμερα, είναι διαβρωμένο από πολλούς μισθοφόρους της Νέας
Παγκόσμιας Τάξης και λέξεις όπως «πολυπολιτισμός» ή «μεταεθνικότητα»
ή «ασυνέχεια» δεν είναι καθόλου ουδέτεροι ιστορικοί όροι.
Αντιθέτως, χρησιμοποιούνται ως πολιτικά φορτισμένες στρατηγικές
διακηρύξεις και ηχούν στον αέρα ως κλαγγή διασταυρούμενων σπαθιών πάνω από τα
κεφάλια μας. Διότι στα σύνορα του Ελληνισμού υπάρχουν ακόμα Τούρκοι που
διεκδικούν την ύπαρξή μας και Σκοπιανοί που επιβουλεύονται την ιστορία μας.
Μπορούμε, βέβαια, να
ελπίζουμε ότι, όπως έλεγε ο Χρήστος Μαλεβίτσης, «όλες οι Φρουρές της
μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης, περιέρχονται τα σύνορα του Ελληνισμού
περιφρόντιδες. Διότι μας ατενίζουν από την ελληνική αθανασία τους και μας
βλέπουν πολύ αφρόντιδες».
Για να είμαστε,
όμως, σίγουροι ότι ο Έλληνας δεν θα είναι αύριο στα μουσεία, ως
εξαφανισμένο είδος, ας μην κάνουμε το «μοιραίο λάθος» να μένουμε αδρανείς
και ας αποφασίσουμε να περιφρουρήσουμε δυναμικά και ουσιαστικά την ιστορία μας.
*[από έρευνα που είχε
δημοσιευθεί στο περιοδικό ΤΡΙΤΟ ΜΑΤΙ τ.150, τον Μάρτιο 2007]
Πηγή: Πύλη των Φίλων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου